ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Νέα

Επιχειρηματικότητα & Ηλεκτρονικά καταστήματα (e-Shops)

23 Μαρτίου 2020

Το ηλεκτρονικό εμπόριο αποτελεί στις μέρες μας την πλέον διαδεδομένη μορφή εμπορίου με ολοένα αυξανόμενο κύκλο εργασιών. Ειδικά στις έκτακτες συνθήκες που αντιμετωπίζει η παγκόσμια κοινότητα εξαιτίας του κορωνοϊού αποτελεί πολύ σημαντικό μέσο δραστηριότητας και εισροής εσόδων των επιχειρήσεων.

Τι πρέπει να προσέξει, λοιπόν, μια επιχείρηση που διαθέτει ή πρόκειται να δημιουργήσει ηλεκτρονικό κατάστημα;

  1. ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΣΗΜΑΤΟΣ

Το εμπορικό σήμα μίας επιχείρησης αποτελεί τον πιο σημαντικό τρόπο επικοινωνίας της με το καταναλωτικό κοινό. Αποτελεί το αναγνωριστικό στοιχείο της ποιότητας και του καλού ονόματος των προϊόντων που αντιπροσωπεύει. Με την κατοχύρωσή του κατοχυρώνονται και τα αποκλειστικά δικαιώματα της επί του brand που κυκλοφορεί στην αγορά, ενώ ο δικαιούχος δύναται να το πωλήσει ή να εκχωρήσει την άδεια χρήσης του. Η κατοχύρωση των εθνικών σημάτων γίνεται στο Υπουργείο Ανάπτυξης και Οικονομίας. Η διαδικασία κατοχύρωσης και το πλαίσιο προστασίας των εθνικών σημάτων προβλέπονται στον ν. 4679/2020. Η κατοχύρωση στην Ε.Ε. γίνεται μέσω του Ευρωπαϊκού Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας (EUIPO), ενώ η διεθνής κατοχύρωση γίνεται μέσω του Διεθνούς Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας (WIPO).

  1. ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ DOMAIN NAME

Το domain name, όπως και το εμπορικό σήμα, καθιστά μοναδική την επιχείρηση ή το brand στα μάτια του καταναλωτικού κοινού. Ως εκ τούτου θα πρέπει να επιλεχθεί προσεκτικά, δηλαδή να είναι όσο το δυνατόν πιο σύντομο, εύηχο και με διακριτικό χαρακτήρα. Δύναται δε να είναι το λεκτικό του εμπορικού σήματος της επιχείρησης ή του brand. Η κατοχύρωση ενός domain name γίνεται μέσω ενός εξουσιοδοτημένου καταχωρητή, εφ’όσον είναι διαθέσιμο προς κατοχύρωση.

  1. ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΩΜΕΣ

Μία πολύ σημαντική παράμετρος της λειτουργίας ενός ηλεκτρονικού καταστήματος είναι οι τρόποι πληρωμής των αγορασθέντων προϊόντων από τον καταναλωτή. Οι περισσότερες ηλεκτρονικές πλατφόρμες δίνουν τρεις δυνατότητες πληρωμής στον πελάτη:

  1. Με αντικαταβολή
  2. Με απευθείας κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό
  3. Ηλεκτρονικά, μέσω του ασφαλούς περιβάλλοντος συναλλαγών κάποιας συστημικής τράπεζας ή μέσω paypal.

Ως προς την τρίτη περίπτωση ο τρόπος και οι προϋποθέσεις των ηλεκτρονικών πληρωμών προβλέπονται σε μία σειρά εθνικών νομοθετημάτων και ευρωπαϊκών οδηγιών.

Ειδικότερα σε εθνικό επίπεδο εφαρμόζονται το Προεδρικό Διάταγμα 33/2000 για τις διασυνοριακές μεταφορές πιστώσεων, η Υπουργική Απόφαση Ζ1-178/2001 η οποία αφορά στις συναλλαγές που γίνονται με μέσα ηλεκτρονικής πληρωμής, η Πράξη του Συμβουλίου Νομισματικής Πολιτικής υπ’ αριθμόν 50/2002 για τον καθορισμό του πλαισίου επίβλεψης των ηλεκτρονικών συστημάτων πληρωμών, η Διοικητική Πράξη 2501/2002 η οποία αφορά στις τραπεζικές συναλλαγές μέσω διαδικτύου.

Σε κοινοτικό επίπεδο εφαρμόζονται ενδεικτικά ο Κανονισμός 2560/2001 σχετικά με τις διασυνοριακές πληρωμές, η Οδηγία 97/5/ΕΚ για τις διασυνοριακές μεταφορές πιστώσεων, η Οδηγία 97/7/ΕΚ για την προστασία του καταναλωτή κατά τις εξ αποστάσεως συμβάσεις, η Σύσταση της Επιτροπής 87/598/ΕΟΚ για τις σχέσεις μεταξύ εμπόρων ή άλλων παρεχόντων υπηρεσίες, χρηματοπιστωτικών οργανισμών και των καταναλωτών, η Σύσταση 97/489/ΕΚ σχετικά με τις συναλλαγές που γίνονται με μέσα ηλεκτρονικών πληρωμών.

  1. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Προκειμένου να μπορέσει η επιχείρηση να εκτελέσει την παραγγελία που έχει δεχθεί από κάποιον καταναλωτή στο ηλεκτρονικό της κατάστημα, συλλέγει προσωπικά του δεδομένα. Τόσο η έκδοση απόδειξης όσο και η παράδοση της παραγγελίας προϋποθέτουν τη συλλογή των ακόλουθων ενδεικτικά δεδομένων: ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, ταχυδρομικό κώδικα, τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση. Είναι πολύ σημαντικό για την επιχείρηση να συλλέγει μόνο εκείνα τα δεδομένα του καταναλωτή τα οποία είναι απαραίτητα για την εκτέλεση της σύμβασης πώλησης. Ο GDPR καθώς και ο ν. 4624/2019 θέτουν τo βασικό νομοθετικό πλαίσιο για την επεξεργασία αυτών των δεδομένων. Η σημασία της εναρμόνισης με την κοινοτική και την εθνική νομοθεσία είναι ύψιστη, καθώς οιαδήποτε παραβίαση της επισύρει πρόστιμα τα οποία δύνανται να φθάσουν έως και το 4% του συνολικού τζίρου της επιχείρησης.

Το ηλεκτρονικό κατάστημα θα πρέπει, επίσης, να διαθέτει διαφανείς ρυθμίσεις για τα cookies, Πολιτική Απορρήτου και Όρους Χρήσης σε γλώσσα απλή και κατανοητή από τον μέσο καταναλωτή, καθώς και να είναι ασφαλές στο μέτρο του δυνατού από επιθέσεις κακόβουλων hackers, οι οποίοι δύνανται να προκαλέσουν διαρροή προσωπικών δεδομένων.

  1. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ

Κατά τις συναλλαγές μέσω διαδικτύου, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το κανονιστικό πλαίσιο για την Προστασία των Καταναλωτών που συμπληρώνει τις εφαρμοστέες διατάξεις του δίκαιου της πώλησης κατά τον Αστικό Κώδικα.

Βασική υποχρέωση του “ηλεκτρονικού πωλητή” είναι η ενημέρωση του καταναλωτή κατά το προσυμβατικό στάδιο, ως προς τούς κύριους όρους της πώλησης (όπως, ιδιότητες και χαρακτηριστικά προϊόντος ή/υπηρεσίας, συνολική τιμή, τρόπος αποπληρωμής, παράδοσης, εγγύηση και διάρκεια της, διάρκεια σύμβασης, τρόποι καταγγελίας, οδηγίες για ασφαλή χρήση κλπ.), κατά τρόπο σαφή και ευνόητο, ενώ η παραβίαση της σχετικής υποχρέωσης μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της σύμβασης πώλησης.

Μεταξύ των υποχρεωτικών πληροφοριών, ακόμη, που παρέχονται κατά το προσυμβατικό στάδιο στον καταναλωτή είναι και το δικαίωμα του σε αναίτια υπαναχώρηση, δηλαδή, υπαναχώρηση λόγω μεταμέλειας του ως προς τη σύναψη σύμβασης, εντός προθεσμίας δεκατεσσάρων (14) ημερολογιακών μερών από την κατάρτιση της. Στην περίπτωση που η σχετική υποχρέωση ενημέρωσης, μάλιστα, παραβιασθεί, η προθεσμία υπαναχώρησης λήγει δώδεκα (12) μήνες μετά το τέλος της αρχικής προθεσμίας υπαναχώρησης. Το δικαίωμα, βέβαια, αναίτιας υπαναχώρησης, δεν εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις. Εξαιρούνται περιπτώσεις παροχής εξατομικευμένων προς τον καταναλωτή υπηρεσιών ή/και προϊόντων, σφραγισμένων προϊόντων που έχουν αποσφραγισθεί μετά την παράδοση, υπηρεσιών που έχουν ολοσχερώς παρασχεθεί κατά τη διάρκεια της προθεσμίας υπαναχώρησης με τη συναίνεση του καταναλωτή κ.α.

Ειδικές ρυθμίσεις, για τις “εξ αποστάσεως” συμβάσεις, ακόμη, υπάρχουν ως προς το καθεστώς Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ), εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης, για τον οποίο προβλέπεται, κατά κανόνα, ότι επιχείρηση εντός της Ε.Ε. που πωλεί προϊόντα σε τελικό καταναλωτή σε άλλο κράτος μέλος, οφείλει να χρεώσει τον συντελεστή ΦΠΑ που ισχύει σε αυτό, δηλαδή τον ΦΠΑ της χώρας προορισμού του καταναλωτικού αγαθού, εφόσον υπερβαίνει το καθορισμένο από τη χώρα προορισμού ετήσιο ποσό πωλήσεων.

Ως προς την δικαιοδοσία καταναλωτικών διαφορών, σημειώνουμε ότι κατά κανόνα παρέχεται η ευχέρεια στον καταναλωτή που κατοικεί ή διαμένει εντός της Ε.Ε., να εισάγει τυχόν ένδικη διαφορά, στα δικαστήρια του τόπου κατοικίας του- υπό προϋποθέσεις- ακόμη και αν ο προμηθευτής είναι εγκατεστημένος εκτός Ε.Ε., κατά παρέκκλιση από το γενικό κανόνα δωσιδικίας του εναγομένου.

Η ανάγκη, τέλος, δημιουργίας ενός πλαισίου ασφαλών ηλεκτρονικών συναλλαγών στην εσωτερική αγορά της Ε.Ε. και ταχείας επίλυσης διαφορών οδήγησε στη δημιουργία του θεσμού εναλλακτικής, εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών (Κανονισμός 524/2013) μέσω της πλατφόρμα Ηλεκτρονικής Επίλυσης Διαφορών, (ΗΕΔ), (http://webgate.ec.europa.eu/odr).

Η RHETOR Law Firm και οι συνεργάτες είναι στη διάθεση σας για να παρέχουν συμβουλές και καθοδήγηση σχετικά με την ηλεκτρονική δραστηριότητα της επιχείρησης σας.